Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Απο την μεταπολίτευση του 1974 στην χρεωκοπία του 2010

Το κείμενο που ακολουθεί είναι αναδημοσίευση από το περιοδικό Μανιφέστο www.manifestomag.gr και το υπογράφει ο Θεόδωρος Ε. Παντούλας

Έχω την εντύπωση –εάν εξαιρέσουμε τον αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α.- ότι η τελευταία φορά για την οποία μπορούμε ως Νεοέλληνες να είμαστε υπερήφανοι είναι το έπος του 1940 και η εθνική αντίσταση. Μετά, στο όνομα μιας καθ’ όλα συζητήσιμης κοινωνικής δικαιοσύνης, άρχισε η αδελφοκτονία. Η πατρίδα γλίτωσε βεβαίως από τον υπαρκτό σοσιαλισμό αλλά τα ερείπια της ρημαγμένης χώρας μας παραδίδονταν στους μαυραγορίτες, στους δωσίλογους και στις παρακρατικές οργανώσεις τους. Όχι ότι δεν υπήρχαν άλλοι Έλληνες αλλά αυτό ήταν το πολιτικό προσωπικό της εξ’ Αιγύπτου ορμώμενης εθνικοφροσύνης μας και της υπερατλαντικής εντέλει επιλογής μας....

Η, κατά κύριο λόγο, αγροτική χώρα μας μετεμφυλιακά έπαυε να είναι αγροτική. Η μισή αγροτική Ελλάδα στριμωχνόταν στις παρυφές των αστικών κέντρων κι άλλη μισή ετοίμαζε μπαγκάζια για την Γερμανία και την Αμερική. Οι υπόλοιποι απλώς υπέγραφαν πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων ή πούντιαζαν στα ξερονήσια του «εθνικού» φρονηματισμού.
Οι ξενιτεμένοι, έχω την υποψία ότι μπορεί να και να σώθηκαν, διασώζοντας μιαν άλλη Ελλάδα. Όσοι έμειναν –ξενιτεμένοι στον ίδιο τους τον τόπο και παρά την κυρίαρχη ρητορεία που ακαμάτως τους θύμιζε από ραδιοφώνου ότι είναι 3000 χρόνων γέροι- δεν μπορούσαν να σώσουν την Ελλάδα. Γι’ αυτό και αφέθηκαν στην made in Greece «αντιπαροχή», που –όπως θα έλεγε ο μαΐστορας Φώτης Κόντογλου- σφεντόνισε τον λαό μας από την στρούγκα στην πολυκατοικία. Δίναμε αντιπαροχή τα γονικά μας κι αναπαύαμε την μικρομεσαία λαχτάρα μας για κοινωνική άνοδο σε νεόδμητα λίβινγκ ρουμ. Θέλω να θυμίσω ότι το πέρασμα από την παλιομοδίτικη αρχοντιά του «τι ψυχή θα παραδώσω» -αυτή ήταν η παράδοση του παλιού τόπου μας- στον μεταμοντέρνο νεοπλουτισμό του «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ότι αρπάξει ο κώλος μας» -αυτή είναι η παράδοση του καινού τρόπου μας- ήταν και γρήγορο και εύκολο και μαζικό. Και κοντά στο έγκλημα της αντιπαροχής –έγκλημα πολεοδομικό αλλά και ιστορικό- ερχόταν και το έγκλημα της τουριστικής «ανάπτυξης». Προκειμένου να κόψουμε λίγα εισιτήριο παραπάνω αρνηθήκαμε τον ίδιο μας τον εαυτό, παριστάνοντας κάποιον άλλον. Το αποτέλεσμα; Πλημμυρίσαμε στο τζατζίκι και γεμίσαμε ιμιτασιόν Ζορμπάδες.
Αυτό ήταν για δεκαετίες το αναπτυξιακό πρότυπο της χώρας. «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου». Αντιπαροχή και τσιμέντωμα. Κι αυτό το πρότυπο η επταετία των Συνταγματαρχών το έκανε εθνικό ιδεώδες. Ο πολιτικός κόσμος μας έκανε αυτό που από πάντοτε ήξερε με επιδεξιότητα να κάνει σε ανάλογες περιπτώσεις: την κοπάνησε κι επιδόθηκε στον ανά την υφήλιο επιδοτούμενο τουρισμό.
Κι εδώ έμεινε ένας λαός προσφύγων, ένας λαός στερημένος και των βωμών και των εστιών του που αμαχητί είχε παραδοθεί στον απορφανισμό του. Ο Παττακός έκοβε βόλτες μ’ ένα μυστρί κι εμείς χορεύαμε τσάμικα το πρωί και σέικ το βράδυ.
Όσοι βεβαίως δεν αναπαύονται στις επετειακές πομφόλυγες γνωρίζουν ότι η πτώση της Χούντας δεν υπήρξε έργο καμιάς καθολικής λαϊκής αντίστασης. Ο Παναγούλης ήταν η εξαίρεση. Κανόνας ήταν οι «νοικοκυραίοι» που κοίταζαν να κάνουν την δουλειά τους. Να βάλουν φως, να βάλουν νερό, να βάλουν τηλέφωνο, να βάλουν και τον γιο τους στο άσυλο του Δημοσίου. Η πτώση της Χούντας ήταν αποτέλεσμα άλλων συγκυριών και συνοδεύθηκε από μια διαρκή εθνική καταστροφή: την τουρκική κατοχή της Κύπρου μας –που για την κυρίαρχη μεταπολιτευτική αρπαχτή ήταν -και είναι- «μακριά».
Ο «εθνάρχης» είχε έρθει από το Παρίσι να κυβερνήσει τους ιθαγενείς κουβαλώντας μαζί του όλο τον παλαιοκομματικό συρφετό. Επιπλέον οι ηττημένοι του 1949 έμπαιναν και πάλι στο παιχνίδι –αυτή την φορά όμως όχι ως διεκδικητές της εξουσίας αλλά ως κολαούζοι της.
Με αυτές λοιπόν τις αποσκευές μας δεξιώθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, δικαιώνοντας όλο τον αρχοντοχωριάτικο και χρόνιο κομπασμό μας. Ήμασταν η κοιτίδα της Ευρώπης αλλά καθόλου Ευρωπαίοι. Αλλά αυτό το τελευταίο είχε ελάχιστη σημασία μέσα στην σχεδόν πάνδημη χαρά. Σημασία είχε ότι η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης ξέπλενε το αμαρτωλό της παρελθόν κι επέστρεφε στην αθωότητα μιας χώρας με ευρωπαϊκά εύσημα.
Η αυτοαθωωμένη όμως Ελλάδα διψούσε και για σοσιαλισμό. Κι ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε πολλά αποθέματα σοσιαλιστικής ατάκας για να την ξεδιψάσει. Ήξερε δε πολύ καλά να κλείνει το μάτι σε όσους λιγουρεύονταν την εξουσία. «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά». Στις 18 του Οκτώβρη του 1981 ο λαός -επιτέλους- ερχόταν στην εξουσία και το πανελλήνιο σοσιαλιστικό κίνημα στην κυβέρνηση. Θυμίζω στους νεώτερους ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ λειτούργησε περίφημα ως ταξιθέτης στο γιουρούσι που έκανε ο λαός μας στην δημόσια διοίκηση. Ο αγώνας τώρα διορίζεται. Τέρμα οι ρετσίνες. Άρχισαν τα μακροβούτια στα σπέσιαλ «ουίσκια». Η ελληνική εκδοχή του σοσιαλισμού υπήρξε εξόχως γενναιόδωρη. «Ένα δωράκι στον εαυτό του» εδικαιούτο να κάνει ο κάθε κρατικός λειτουργός. Το ύψος της αξίας αυτών των δώρων ήταν που με σπουδή εσυζητείτο αν και ο τότε πρωθυπουργός υποστήριζε ότι ο πήχυς δεν έπρεπε να υπερβαίνει τα 500.000.000 παλιές καλές δραχμούλες. Οι συνεργάτες του όμως έκαναν πρωταθλητισμό. Και χιλιάδες κομματικοί κλακαδόροι, που δεν τους γνώριζε ούτε ο θυρωρός τους, βρέθηκαν μ’ ένα πούρο στο ένα χέρι και με τα τιμημένα λάβαρα του εγχώριου σοσιαλισμού στο άλλο. Ήταν η εποχή που μεταπολιτευτική μας δημοκρατία κραταιωνόταν διακινώντας δεξιά κι αριστερά «πάμπερς».
Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη
που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό
στο ντάτσουν μιας φυλής που ζει φευγάτη
απ’ ό,τι ελληνικό στον κόσμο αυτό.
Τόση αλήθεια όμως δεν την άντεξε ούτε ο Διονύσης Σαββόπουλος που κατά τα λοιπά την στιχούργησε!
Ήταν ζήτημα χρόνου η πρώτη ηχηρή διάψευση, η οποία και δεν άργησε καθόλου αλλά ήρθε από εκεί που κανείς δεν την περίμενε. Την πτώση του τείχους ακολουθούσε μια γεωπολιτική αμηχανία και η χώρα κατακλύσθηκε από τους απόκληρους του ανύπαρκτου σοσιαλισμού και τους κληρωτούς της υπαρκτής παγκοσμιοποίησης. Από εργαζόμενοι γίναμε εν μια νυχτί εργοδότες. Η χώρα γέμισε με αυθαίρετα εξοχικά που οικοδομούσαν οικονομικοί μετανάστες, επιβεβαιώνοντας την επίπλαστη προκοπή μας. Οι «σύμμαχοι» είχαν άλλες σκοτούρες.
Η «οικουμενική» και ό,τι την ακολούθησε ήταν ένα διάλειμμα που πιστοποίησε ότι οι εκδρομείς του ’60, της μεταπολίτευσης η βλαμμένη γενιά, η γενιά του νέου εγωισμού είχε ήδη αντικαταστήσει τα οράματα της νεότητάς της μ’ ένα όραμα ευζωίας και κονόμας.
Ένας πρώην πράκτορας έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος της χώρας. Και μαζί του έγινε κοινό μυστικό ότι κουμάντο έκαναν διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες που μας προέκυψαν από το πουθενά και ο πολιτικός κόσμος τους έκανε τα θελήματα. Ο χώρος της ενημέρωσης άρχισε να ελέγχεται από τους εργολάβους του δημοσίου. Κι όλοι μαζί –μεγαλοεργολάβοι, μεγαλοδημοσιογράφοι και πολιτικοί- πέταγαν ξεροκόμματα στο πόπολο.
Η διαφθορά, με όλη την μεταπολιτευτική εκγύμναση, πλέον είχε γίνει κοινωνική κατάκτηση. Κι οι Πανέλληνες βαρυστομάχιαζαν μπουκώνοντας ευρωπαϊκά πακέτα, επιδοτήσεις κι αργομισθίες.
Η Ελλάδα κοιταζόταν στον καθρέφτη κι έφτυνε τον εαυτό της να μην τον βασκάνει. Τι κι αν το κρατίδιο των Σκοπίων μας έβγαζε την γλώσσα; Τι κι αν ο αέρας έπαιρνε την σημαία μας, τι κι αν καιγόμαστε τα καλοκαίρια και πλημμυρίζουμε τις βροχές, τι;... Εμείς ήμασταν οι ισχυροί των Βαλκανίων. Και μπορεί η ισχυρή χώρα μας να μην παράγει τίποτε, αλλά οι Έλληνες –ως γνωστόν- αεί παίδες. Κι ως παίδες διαπρέπαμε στο παιχνίδι. Ένας ολόκληρος λαός αγόραζε και πουλούσε αέρα στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Ο «εκσυγχρονισμός» μας όμως σκόνταψε σε παχύδερμους επενδυτές που έχασαν αίφνης τα κλοπιμαία τους.
Την ώρα που βούλιαζε το «Σάμινα» εμείς πατάγαμε την μπανανόφλουδα της Ολυμπιάδας που έγινε η νέα μεγάλη ιδέα μας. Όταν τέλειωσε το πλούσιο πάρτι συγχαρήκαμε από καρδιάς τους εαυτούς μας και διαπιστώσαμε έντρομοι ότι είχαμε πλούσιους εργολάβους αλλά τριτοκοσμικές υποδομές.
Χρειαζόταν επανίδρυση το κράτος αλλά αυτός που την ευαγγελίστηκε προτίμησε τα νταηλίκια στα σουβλατζίδικα, παρά την πραγμάτωσή της. Στα τρωκτικά του «εκσυγχρονισμού» προστέθηκαν οι κουμπάροι της «επανίδρυσης». Ήταν και τα σόγια μεγάλα και το καράβι άρχισε να μπάζει από παντού.
Και φθάσαμε σήμερα ένας κοινός πολιτικός απατεώνας ή ένας μειωμένης αντίληψης άνθρωπος να γίνει πρωθυπουργός της χώρας υποσχόμενος ότι «λεφτά υπάρχουν». Το πόσο γρήγορα διέψευσε τον εαυτό του υποθέτω ότι όλοι το γνωρίζουμε. Μετά από μια διεθνή επαιτεία, όπου με κάθε τρόπο διαφημίστηκε η αναξιοπιστία μας στην οικουμένη, φτάσαμε στον καρνάβαλο του Καστελόριζου, στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στην εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας.
Αλλά η κρίση είχε και κάτι θετικό: ανέδειξε όλες τις παθογένειες που κρύβαμε κάτω από το μεταπολιτευτικό μας χαλί και χάλι. Κολοβή «δημοκρατία», πελατειακό παρακράτος, υδροκέφαλο δημόσιο τομέα, κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, έλλειψη κοινωνικής συνοχής, σχεδιασμού, αξιών και οραμάτων για το μέλλον του τόπου.
Κι αντί –έστω και τώρα, στο και 5’ – να κάνουμε μια ειλικρινή κουβέντα, εμείς στρουθοκαμηλίζουμε. Και κοιτάμε να περισώσουμε ό,τι μπορούμε για τους εαυτούς μας. Γι’ αυτό και δεν μας ενοχλούν οι μεσήλικες συνταξιούχοι της Ολυμπιακής, αρκεί να είναι στην οικογένειά μας.
Αλλά θα μου πείτε –και δίκιο θα έχετε- ποιοι να την κάνουν αυτοί την κουβέντα; Αυτοί που δημιούργησαν την κρίση κι αφού αμνήστευσαν τους εαυτούς τους βγάζουν δεκάρικους για την σωτηρία της πατρίδας; Και ποιοι να τους ακροαστούν; Μια κοινωνία που διαδηλώνει «να καεί το μπουρδέλο η βουλή» όταν αυτή η ίδια σταβλιζόταν για όλη την μεταπολίτευση στα κομματικά παραμάγαζα;
Το πρόβλημα της χώρας πριν από οικονομικό είναι πολιτικό. Και δεν έχουμε μόνο έλλειμμα πολιτικής αλλά και έλλειμμα πολιτών.
Κι αν αυτή η κοινωνία –η συστηματικά εκπαιδευμένη στην ιδιώτευση- δεν διεκδικήσει και πάλι την αξιοπρέπειά της τίποτε δεν θα αλλάξει। Θα είμαστε και του χρόνου εδώ κουβεντιάζοντας και σιχτιρίζοντας τους ίδιους και τα ίδια. Θα μου πείτε ότι είναι τουλάχιστον παρήγορο ότι απαξιώνεται το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Και θα συμφωνήσω μαζί σας μόνο που υπάρχει ο κίνδυνος μαζί με τ’ απόνερα να πετάξουμε και το μωρό. Κι εν προκειμένω το μωρό είναι η ίδια η πολιτική. Η δυνατότητα, δηλαδή, να ορίσουμε και να σχεδιάσουμε τις ζωές μας. Επιτρέψτε μου να σας θυμίσω «ότι οι κακοί πολιτικοί εκλέγονται από τους καλούς ανθρώπους που δεν πάνε να ψηφίσουν» (George Jean Nathan).

Και για την αντιγραφή: Κώστας Μακρής

Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010

Δελτία Ειδήσεων Μαζικής Αποβλάκωσης

Τα δελτία ειδήσεων στις αναπτυγμένες χώρες διαρκούν λίγα λεπτά, ο παρουσιαστής είναι ένας και μοναδικός, οι αυτόπτες μάρτυρες εμφανίζονται σπάνια, δείχνουν φωτογραφίες και μικρά βίντεο από τα συμβάντα, παρουσιάζουν την επικαιρότητα της χώρας και την διεθνή επικαιρότητα και αυτό είναι όλο।
Στην μπανανία μας εδώ τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά। Τα δελτία ειδήσεων διαρκούν μία ολόκληρη ώρα στην καλύτερη περίπτωση, εκτός και αν υπάρχει έκτακτη επικαιρότητα όπου γίνονται πολύωρα, είναι σχεδόν μονοθεματικά, υπάρχει ένας κεντρικός παρουσιαστής, (επιμένοντας πως είναι δημοσιογράφος), και αμέσως μόλις αρχίσει το δελτίο ειδήσεων ξεπηδούν γύρω του παράθυρα στα οποία κατοικοεδρεύουν οι υποτιθέμενοι συνεργάτες του, και οι διάφοροι καλεσμένοι।
Οι συνεργάτες του κεντρικού και μεγαλόσχημου παρουσιαστή, μπορεί να είναι δημοσιογράφοι και αυτοί, κομματόσκυλο στην καλύτερη περίπτωση, και μάλιστα το δηλώνουν αυτό και ευθαρσώς!, μερικοί δε είναι και προφανέστατα ηλίθιοι, αλλά είναι και αυτό μέρος του σχεδίου αποβλάκωσης!
Είναι τέτοιος ο τρόπος επιλογής των ΄΄σχολιαστών΄΄ κομματόσκυλο δημοσιογράφων ώστε αυτομάτως να αρχίζει μια αντιπαράθεση για οτιδήποτε κληθούν να σχολιάσουν μιας και ο καθένας από αυτούς υποστηρίζει ξεκάθαρα την άποψη του κόμματος που υπηρετεί। Φυσικά ο όρος ΄΄δημοσιογραφική δεοντολογία΄΄ είναι μια γελοιότητα, και αυτό αποδεικνύεται και επιδεικνύεται καθημερινά στην τηλεόραση της μπανανίας
Εκτός από δημοσιογράφους σχολιαστές, υπάρχουν και διάφοροι άλλοι μαϊντανοί που κοσμούν τα παράθυρα των κεντρικών δελτίων ειδήσεων, οι οποίοι στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι πολιτικοί και συνδικαλιστές, δυο είδη που έχουν πολύ κοντινή συγγένεια, είναι ξαδέλφια, και είναι επαγγελματίες ψεύτες και υποκριτές।
Δεν υπάρχει καμιά πιθανότητα να ακούσεις από τα χείλη τους την παραμικρή αλήθεια, ούτε φυσικά να βγάλεις συμπέρασμα για το τι είπαν। Είναι δεξιοτέχνες της ξύλινης γλώσσας της πολιτικής, και της αρλούμπας, με πανάξιο αρχηγό στην αρλούμπα τον ...Άκη φυσικά!
Το σκηνικό είναι στημένο, οι πρωταγωνιστές στην κωμωδία έχουν πάρει τις θέσεις τους, και αρχίζει το έργο!
Ο κεντρικός παρουσιαστής αρχίζει να εκφωνεί το πρώτο που πολλές φορές είναι και το τελευταίο θέμα, προβάλλει στη συνέχεια διάφορα βίντεο που δείχνουν τα ίδια και τα ίδια μερικές φορές, και αμέσως μετά ζητάει από τους ενοίκους των παραθύρων να σχολιάσουν το θέμα, και δίνει τον λόγο στον πρώτο εξ' αυτών। Αυτός αρχίζει την μπουρδολογία αλλά πριν προλάβει να ξεστομίσει τις πρώτες μπούρδες πετάγεται ένας άλλος, τον διακόπτει για να πει την δική του μπούρδα, και σε λίγο επικρατεί το απόλυτο χάος όπου ο καθένας μιλάει χωρίς να τον ακούει κανείς, μιλάνε όλοι μαζί, ίσαμε έξι ανθρώποι, τόσοι χωράνε στην οθόνη, τόσους μπορεί να στριμώξει ο σκηνοθέτης। Η φράση που ακούγεται μονίμως κατά την διάρκεια του μπάχαλου είναι: μη με διακόπτεις, εγώ δεν σε διέκοψα όταν μιλούσες (ψέμα).
Ο κεντρικός παρουσιαστής παρακολουθεί και αυτός το μπάχαλο χαμογελαστός, και αφού το αφήσει να ξεφύγει από κάθε έλεγχο σε κάποια φάση υποκρίνεται ότι ενοχλείται από τη χάβρα, και με αυστηρό ύφος επιβάλει σε όλους να σιωπήσουν, καθώς τους υπενθυμίζει ότι αυτός είναι ο ...συντονιστής του χάους!!!
Φυσικά σε ελάχιστο χρόνο επαναλαμβάνεται το ίδιο πράγμα, κανείς δεν έχει καταλάβει τίποτε απ' ότι ειπώθηκε, και άλλωστε αυτός είναι και ο σκοπός, και ο μέγας δημοσιογράφος ανακοινώνει ότι δεν έχει άλλο χρόνο και κλείνει με ένα χαμόγελο ευτυχίας το θέμα!
Αν στο πάνελ, αυτό το σίχαμα που βλέπουμε λέγεται ΄΄πάνελ΄΄ υπάρχει πολιτικός, του απευθύνουν μια στημένη ερώτηση και αυτός αρχίζει να απαντάει χωρίς φυσικά να απαντάει ποτέ, και αυτή είναι άλλωστε η τέχνη του πολιτικού, να μπορεί να απαντάει σε μια ερώτηση χωρίς ποτέ να απαντήσει! Φυσικά ο ερωτών δημοσιογράφος δεν μπαίνει στον κόπο να του ζητήσει εξηγήσεις, απλώς δέχεται την μη απάντηση με ένα ΄΄μάλιστα!!!΄΄।
Εννοείται ότι κατά την διάρκεια της μη απάντησης έχει πεταχτεί σαν την πορδή ο πολιτικός της αντιπάλου παρατάξεως που είναι και αυτός στο πάνελ για να πει την δική του άποψη για το θέμα και γίνεται πάλι της πουτάνας, χωρίς να βγαίνει κανένα συμπέρασμα।
Και η ζωή συνεχίζεται εν μέσω δελτίων ειδήσεων αποβλάκωσης, εν μέσω ενημερωτικών εκπομπών, πρωινών, μεσημεριανών, και βραδινών, οι δε δημοσιογράφοι και παρουσιαστές όλων αυτών βάζουν στην τεράστια τσέπη τους εκατοντάδες χιλιάδες το χρόνο για τις καλές τους υπηρεσίες, ακόμα και αυτοί που είναι εντελώς ηλίθια και γελοία υποκείμενα.

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Το παρακάτω είναι πάντα επίκαιρο και σίγουρα μπορεί να ειπωθεί και για τα τεκταινόμενα αυτές τις μέρες με τους φορτηγατζήδες και όλους τους εις -ήδες।

"Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία।"
Ισοκράτης (436 π।Χ-338 π.Χ. )

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010

Επιτέλους Χρεοκοπήσαμε!

Ήταν να χρεοκοπήσουμε πολύ νωρίτερα, αλλά τα καταφέραμε χρόνια τώρα να κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας και τους κουτόφραγκους που μας ζητούσαν στοιχεία για την οικονομία μας. Γλιστράγαμε σαν τα χέλια, με καταπληκτική επιδεξιότητα, και καμαρώναμε γι' αυτό!
Μακάρι να είχαμε χρεοκοπήσει νωρίτερα, γιατί οι συνέπειες μάλλον θα ήταν πολύ πιο ήπιες.
Χρόνια τώρα αναρωτιόμουν πώς είναι δυνατόν να υπάρχει τόσος πλούτος στην ψωροκώσταινα χωρίς να παράγουμε τίποτε και παράλληλα να εισάγουμε τα πάντα. Απάντηση δεν μπόρεσα ποτέ να δώσω, και κόντεψα στο τέλος να πιστέψω αυτό που έλεγαν όλοι: ''Ρε δεν παθαίνει τίποτε η Ελλάδα, πάντα βρίσκουμε τρόπο να ξελασπώνουμε'' ή το άλλο: ''Μη μασάς ρε μαλάκα, υπάρχουν πολλά λεφτά αλλά μας δουλεύουν για να μας τα παίρνουν!!!''
Ή σύγχυση ήταν πλέον πλήρης όταν έβλεπα όλες τις απαιτήσεις για αυξήσεις μισθολογικές να ικανοποιούνται με σχετική άνεση από τους ξεφτίλες τους Εθνοπατέρες. Αρκούσε μια μικρή απεργία, ή ένας αποκλεισμός δρόμων από οποιονδήποτε για να ικανοποιηθεί και το πιο αλλόκοτο αίτημα, όπως η απαίτηση κάποιων να μην πληρώνουν ουσιαστικά φόρο.
Παρ' όλα αυτά έβλεπα σαν σε κακό όνειρο, σαν σε εφιάλτη, τα σκατά να έρχονται από παντού και να κατακλύζουν τα πάντα, και μαζί με τα σκατά και διάφοροι φελλοί που έχουν το ίδιο ειδικό βάρος με τα σκατά και επιπλέουν με την ίδια ευκολία, και πάνω να έχουν τις φατσούλες των αχρείων Εθνοπατέρων, των διεφθαρμένων και παντελώς ανικάνων, μαζί με αυτές των εντεταλμένων και χρυσοπληρωμένων δημοσιογράφων και των υπολοίπων παρατρεχάμενων τους.
Σκατά και φελλοί όλα μαζί μέσα σε θολό και βρώμικο νερό να έρχονται από παντού και η στάθμη συνεχώς να ανεβαίνει αλλά κανείς να μην ανησυχεί. Αντιθέτως όλοι να είναι χαρούμενοι και εφησυχασμένοι σαν σε βαθύ λήθαργο, σαν μαστουρωμένοι ένα πράγμα.
Στο αγωνιώδες ερώτημα: Τι γίνεται ρε παιδιά, θα μας πνίξουν τα σκατά? η απάντηση από τους Εθνοπατέρες της πλάκας ήταν: Δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, και αυτά που βλέπεις δεν είναι σκατά, είναι ρόδα μυρωμένα!!!
Η σκατοπλημμύρα όμως συνεχίζονταν με αμείωτο ρυθμό, και γρήγορα έφτασε το σκατό μέχρι τον λαιμό.
Τώρα πνιγόμαστε μέσα στα σκατά και δεν φαίνεται κανείς να είναι διατεθειμένος να προσπαθήσει να μας σώσει, να μας ρίξει ένα σωσίβιο. Αντιθέτως μάλλον το απολαμβάνουν που μας βλέπουν να πνιγόμαστε, και μας ρωτάνε κιόλας: Καλά ρε μαλάκες, τόσα χρόνια δεν τα βλέπατε τα σκατά που έρχονταν και αργά ή γρήγορα θα σας έπνιγαν?
Τελικά όμως οι κουτόφραγκοι, που απ' ότι φαίνεται δεν είναι και τόσο κουτόφραγκοι, δεν θα μας αφήσουν να πνιγούμε ακόμα! Θα μας δώσουν ένα καλάμι, με το αζημίωτο φυσικά, να παίρνουμε ανάσα ίσα-ίσα για να ζούμε, αλλά παράλληλα θα μας αφήσουν χωμένους μέσα στα σκατά για πάντα.
Ελληναράδες πάντα φυσικά, κατά το Αληταράδες όπως λέει και ο Σαράντος Καργάκος, αλλά βουτηγμένοι μέσα στα σκατά...